Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

ΤΟ «ΧΟΝΤΡΟ» ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΠΟΥ ΠΑΙΖΟΥΝ ΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ

Ο ρωσο-τουρκικός «ψυχρός πόλεμος», που εξελίσσεται στη γειτονιά μας, που πυροδοτήθηκε από την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους από την τουρκική αεροπορία ανέδειξε τις πραγματικές αιτίες μιας κρίσης, που υπόβοσκε εδώ και καιρό.
Πίσω από την Ρωσο-τουρκική κρίση κρύβεται ένα πολιτικό-διπλωματικό-στρατιωτικό «πόκερ» μεταξύ Συρίας, Βόρειου Ιράκ και Νοτιοανατολικής Τουρκίας.
Αφενός ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλει να αποτρέψει πάση θυσία τη δημιουργία ενός Κουρδικού υπερθύλακα στην περιοχή και προς αυτή την κατεύθυνση δεν διστάζει να τροφοδοτεί με όπλα τους τουρκομάνους στη Συρία και κατ” επέκταση όσους μάχονται τις κυβερνητικές δυνάμεις του Άσαντ, συνεπώς και τους τζιχαντιστές όπως το Ισλαμικό Μέτωπο ή την Αl – Nusra, το παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία. Αφετέρου ο Βλαντιμίρ Πούτιν θέλει να έχει το πάνω χέρι στην…  αναδιανομή εδαφών,
που θα προκύψει μόλις εξαλειφτούν οι τζιχαντιστές.
Εξάλλου, ο Ερντογάν παραδέχθηκε ανοιχτά ότι το κομβόι των φορτηγών που βομβάρδισαν τα ρωσικά μαχητικά στα σύνορα με τη Συρία μετέφερε όπλα και πυρομαχικά για την ενίσχυση των Τουρκομάνων και των τζιχαντιστών της al Nusra. Ο Τούρκος Πρόεδρος, σύμφωνα με τον τουρκικό ειδησεογραφικό τηλεοπτικό δίκτυο NTV, μιλώντας σε δεξίωση που παρατέθηκε στο πλαίσιο του εορτασμού για την Ημέρα των δασκάλων, δήλωσε πώς «η ΜΙΤ ήταν αυτή που έστειλε το κομβόι των φορτηγών στο Μπαγιρμπουτζάκ. Και ποια η διαφορά αν υπάρχουν ή όχι όπλα στα TIR της ΜΙΤ;» αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά.
Τα φορτηγά TIR της ΜΙΤ με όπλα προς της Συρία έχουν γίνει πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ της κυβέρνησης του κόμματος Ερντογάν και της αντιπολίτευσης ενώ μόλις χθες μετά από μήνυση του Τούρκου προέδρου συνελήφθησαν ο διευθυντής ειδήσεων της εφημερίδας Cumhuriyet, Καν Ντουντάρ, καθώς και ο εκπρόσωπος της εφημερίδας Ankara, Ερντέμ Γκιούλ, καθώς δημοσιοποίησαν στοιχεία και βίντεο, μετά από έρευνα της εφημερίδας, που αποδεικνύουν ότι η Τουρκική υπηρεσία πληροφοριών (ΜΙΤ) στέλνει όπλα στην Συρία.
Ο Ερντογάν έσπευσε να δηλώσει ότι «το πρόσωπο που έγραψε την ιστορία αυτή θα πληρώσει βαρύ τίμημα» και φυσικά καταδίκασε τις επιθέσεις της Ρωσίας προς τους Τουρκομάνους, λέγοντας ότι στη συγκεκριμένη περιοχή όπου εκτελούσε πτήση το αεροπλάνο, «δεν υπάρχουν δυνάμεις της Daes (ΙSIS), αλλά των Τουρκομάνων. Το Μπαγιρμπουτζάκ δεν είναι περιοχή της Daes. Λένε ότι χτυπάνε την Daes, αλλά χτυπάνε τους Τουρκομάνους του Μπαγιρμπουτζάκ». Δηλαδή, οι Τούρκοι κατέρριψαν ενσυνείδητα και επίτηδες το ρώσικο Su-24 και όχι κατά λάθος, αφού ήθελε να στείλει ένα μήνυμα στη Μόσχα να μην βομβαρδίζει τους τουρκομάνους του Μπαγιρμπουτζάκ.
Οι στόχοι του Βλάντιμιρ Πούτιν
Ο Πούτιν από την άλλη πλευρά θέλει να έχει το ρόλο του «άρχοντα» της Μέσης Ανατολής αμέσως μόλις εξαλειφθούν οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και με άξονα αναφοράς τη Συρία. Όπως αναφέρει σε ανάλυσή του ο Leon Aron, Διευθυντής Ρωσικών Σπουδών στο American Enterprise Institute των ΗΠΑ, η αποδυνάμωση της Ρωσίας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου αποτελούσε για τον Πούτιν το ισοδύναμο μιας «Συνθήκης των Βερσαλιών». Με την άνοδο του στην εξουσία ο «τσάρος» της Ρωσίας έθεσε ως πρωταρχικό του στόχο την επαναφορά του χαμένου οικονομικού και γεωστρατηγικού γοήτρου που είχε κάποτε η Σοβιετική Ένωση αλλά είχε χάσει πλέον η Ρωσία.
Όπως υποστηρίζει ο Aron, αφού έλυσε το πρώτο ζήτημα στο εσωτερικό -πετυχαίνοντας σημαντικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης- ο ρώσος πρόεδρος στράφηκε στον δεύτερο στόχο, κάνοντας δύο κινήσεις. Η πρώτη ήταν η αύξηση της ρωσικής σφαίρας επιρροής προς την Δύση με την επέμβαση στην Κριμαία. Η δεύτερη ήταν η επιδίωξη της αύξησης της σφαίρας επιρροής προς τη Μέση Ανατολή με την εμπλοκή στον πόλεμο κατά του ISIS στη Συρία. Το «δόγμα Πούτιν» -όπως το αποκαλεί ο Leon- έγκειται στην αναβίωση του κεντρικού ρόλου που κάποτε διαδραμάτιζε το Σοβιετικό Μπλοκ στην περιοχή. Και σε αυτήν την επιδίωξη ο ρόλος της Συρίας και του Μπασάρ Αλ-Άσαντ είναι κεντρικός.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70, η Μόσχα διατηρούσε σχέσεις αγαστής συνεργασίας με τα κράτη του λεγόμενου «αραβικού σοσιαλισμού», όπως η Λιβύη του Καντάφι, το Ιράκ του Σαντάμ, η Αίγυπτος του Σαντάτ, η Υεμένη και φυσικά η Συρία. Με τη εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979 και την κατοπινή παρακμή του σοβιετικού καθεστώτος που οδήγησε στην πτώση, η ρωσική επιρροή περιορίστηκε αποκλειστικά στη Συρία.
Η πολιτικο-στρατιωτική συμμαχία της Ρωσίας με τη Συρία έχει μια μακρά ιστορία που ξεκινά από το 1970, όταν στην ηγεσία της Δαμασκού βρισκόταν ο πατέρας του Μπασάρ Αλ-Άσαντ, Χαφέζ. Στη Συρία βρίσκεται αυτή τη στιγμή η μοναδική ναυτική βάση που έχει η Ρωσία με πρόσβαση στη Μεσόγειο αλλά και μια στρατηγικής σημασίας ρωσική αεροπορική βάση.
Οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους
Η «εισβολή» και η εξάπλωση του Ισλαμικού Κράτους στην πραγματικότητα της Μέσης Ανατολής, αρχικά στα εδάφη του Ιράκ και κατόπιν σε εκείνα της Συρίας, με τους τζιχαντιστές να σημειώνουν σημαντικές νίκες και να καταλαμβάνουν τη μία μετά την άλλη συριακές πόλεις, τη στιγμή που όλο και περισσότερες αντάρτικες ομάδες εισέρχονταν στη μάχη του εμφυλίου έδειξε ότι η κατάσταση για τον Πούτιν ήταν πλέον ανεξέλεγκτη. Στην Μόσχα είναι εδραιωμένη η πεποίθηση ότι μια πτώση του Άσαντ θα οδηγούσε τη χώρα σε μια κατάσταση αποσταθεροποίησης, που θα έπληττε άμεσα τα ρωσικά συμφέροντα.
Μετά την Αραβική Άνοιξη, οι μέχρι τότε καλές σχέσεις Ερντογάν-Άσαντ διερράγησαν, με αποτέλεσμα η Άγκυρα να λάβει τη θέση των αντικαθεστωτικών στον εμφύλιο, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις φέρεται να ενίσχυσε και ομάδες που διατηρούσαν σχέσεις με το τότε ανερχόμενο Ισλαμικό Κράτος. Σύμφωνα με τους ρωσικούς ισχυρισμούς, η Τουρκία φέρεται να επιδιδόταν σε οικονομικές δοσοληψίες με τους τζιχαντιστές που αφορούσαν αγορά μεγάλων ποσοτήτων πετρελαίου σε πολύ χαμηλές τιμές στα τουρκοσυριακά σύνορα όπου βρίσκονταν ομάδες επιρροής της. Την ίδια στιγμή, η Άγκυρα διαπραγματευόταν με τη Δύση -και από τις δύο μεριές του Ατλαντικού- την αξιοποίηση της γεωστρατηγικής της θέσης και της περιφερειακής της ισχύος για τον πόλεμο εναντίον του ISIS, ζητώντας όπως ήταν επόμενο ανταλλάγματα για την παραχώρηση της χρήσης των στρατιωτικών της βάσεων και την παροχή άλλων διευκολύνσεων.
Η Διεθνής συμμαχία της Δύσης
Τι κάνουν μέσα σε όλα αυτά τα κράτη της Δύσης; Όλοι οι αρχηγοί με τους οποίους συναντήθηκε ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ συμφώνησαν να συντονίσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τη δράση τους. Ο Ντέιβιντ Κάμερον έθεσε στη διάθεση του βρετανικού Κοινοβουλίου το σχέδιο του για αεροπορικές επιδρομές στη Συρία, η Άγκελα Μέρκελ συμφώνησε να στείλει αναγνωριστικά αεροσκάφη στη Συρία, ο Μπάρακ Ομπάμα δήλωσε ότι Γαλλία και ΗΠΑ δρουν από κοινού, ενώ και ο πρόεδρος Πούτιν εμφανίστηκε έτοιμος να συμμετάσχει στον συνασπισμό κατά του ISIS στον οποίο ηγούνται οι ΗΠΑ. Ωστόσο δεν έχει υπάρξει καμία πρόοδος όσον αφορά την πολιτική μετάβαση στη Συρία, καθώς οι τοποθετήσεις αναφορικά με το μέλλον του Άσαντ ήταν τόσο αντικρουόμενες όσο και πριν», αναφέρει στους Financial Times η Camille Grand, διευθύντρια του Foundation of Strategic Research.
Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και προκειμένου να προσελκύσει τη Ρωσία στη συμμαχία της Δύσης, η Γαλλία φαίνεται πλέον διατεθειμένη να συμφωνήσει σε ένα προσωρινό μεταβατικό καθεστώς που θα περιλαμβάνει την παραμονή του Άσαντ στη Συρία για κάποιο χρονικό διάστημα. Παράλληλα, ακόμη ένα πρόσκομμα φαίνεται, πως είναι η αποστολή χερσαίων δυνάμεων στη μάχη του ISIS, αφού κανείς μέχρι στιγμής δεν φαίνεται διατεθειμένος να αναλάβει το πολιτικό βάρος μιας τέτοιας απόφασης. Οι ΗΠΑ -έχοντας πάρει ένα σκληρό μάθημα μετά την εισβολή στο Ιράκ- εμφανίζονται πεισματικά απρόθυμες να συζητήσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αφήνοντας στην άκρη τον κυρίαρχο και παρεμβατικό ρόλο που διαδραμάτιζαν στο παρελθόν στην περιοχή.
Δημοσίευμα του Spiegel αναφέρει για χερσαίες δυνάμεις των Ρώσων
Με χερσαίες στρατιωτικές δυνάμεις και μονάδες πυροβολικού στηρίζει η Ρωσία τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ “Ασαντ, σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, υπάρχουν ήδη δύο νεκροί Ρώσοι στρατιώτες οι κηδείες των οποίων έγιναν στις 12 Νοεμβρίου, ωστόσο στα ρωσικά ΜΜΕ «δεν επιτράπηκε να μεταδώσουν την είδηση».
Οι δύο στρατιώτες, σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό, ανήκουν στην ελίτ του ρωσικού στρατού και συγκεκριμένα στην 22η ταξιαρχία Spetsnaz που εδρεύει κοντά στο Ρόστοβ.
Την Παρασκευή ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Λοράν Φαμπιούς δήλωσε στο ραδιοφωνικό σταθμό RTL ότι στον αγώνα κατά των εξτρεμιστών δύο είναι οι λύσεις: βομβαρδισμοί και χερσαίες δυνάμεις.

Διευκρίνισε ότι τα χερσαία στρατεύματα δεν θα αποτελούνται από Γάλλους, αλλά από τον αντιπολίτευόμενο Απελευθερωτικό Στρατό της Συρίας και «γιατί όχι από κυβερνητικά στρατεύματα;» όπως είπε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: