Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

1837: H 25Η ΜΑΡΤΙΟΥ ΓΙΟΡΤΑΣΤΗΚΕ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

Μέρες που είναι, αξίζει τον κόπο να δούμε πώς ξεκίνησε, 17 ολόκληρα μετά την έναρξη της Επανάστασης του 1821, να γιορτάζεται η επέτειος για τη μεγάλη των Ελλήνων Επανάσταση…

Βρισκόμαστε στα 1837, λίγο πριν από την 25η Μαρτίου και για τους αγωνιστές της Επανάστασης αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία το σπίτι όπου κατοικούσε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης λειτουργούσε εμβληματικά, το όνομα του είχε αποκτήσει μυθικές διαστάσεις και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που περνούσαν από εκεί για να δουν πού ζούσε ο «Γέρος του Μωριά» ή ακόμα και για να δουν τον ίδιο… Είναι η χρονιά που γίνεται ημιεπισήμως ο πρώτος εορτασμός της 25ης Μαρτίου, έξω από το σπίτι του, εκεί όπου σήμερα είναι η συμβολή των οδών Κολοκοτρώνη και Λέκκα!
Ήδη πρωθυπουργός, σε αντικατάσταση του Άρμανσπεργκ, έχει αναλάβει από τον Ιανουάριο του 1937 ο επίσης Βαυαρός ο Ρούντχαρτ, ενώ δήμαρχος Αθηναίων είναι ο Καλλιφρονάς και ο Αξιώτης διοικητής (νομάρχης) στην Αττική. Διοικητής και δήμαρχος, συνεπικουρούμενοι από αγωνιστές και πολλούς παράγοντες της Επανάστασης,

εξήγησαν στον Ρούντχαρτ ότι κοινή επιθυμία όλων ήταν να υπάρξει επίσημος εορτασμός της 25ης Μαρτίου.
Κατέθεσαν μάλιστα και πρόταση, σύμφωνα με την οποία προβλεπόταν στήσιμο αψίδας και ο εορτασμός να γίνει σε όλη την επαρχία και έτσι ο Ρούντχαρτ, αφού έλαβε υπόψη του και παλαιότερες προτάσεις, ακόμη και εισηγήσεις του Κωλέττη, συναίνεσε να πραγματοποιηθεί η γιορτή σύμφωνα με τις προτάσεις του δημάρχου και του διοικητή, διαπιστώνοντας μάλιστα πως δεν είχε τον χρόνο και τα οικονομικά μέσα να πραγματοποιήσει τις εκδηλώσεις του εορτασμού.
Έτσι, σύμφωνα με όσα αφηγήθηκε ένα άλλος παλαιός αγωνιστής του ’21, που ήταν και αυτόπτης μάρτυρας, ο Ρήγας Παλαμήδης, στη θέση που ήταν το σπίτι του Κολοκοτρώνη στήθηκε η πρώτη αψίδα, η οποία στολίστηκε με κλαδιά μύρτου και δάφνης και διάφορες επιγραφές.
Ακόμη πάνω στην αψίδα τοποθετήθηκαν όπλα που είχαν χρησιμοποιηθεί στην Επανάσταση, αλλά και πάσης φύσης ρούχα που φορούσαν οι αγωνιστές κατά την περίοδο του Αγώνα, ακόμη και τσαρούχια! Όπως διηγείται ο Παλαμήδης, «μεταξύ των κοσμητόρων της αψίδας ήταν και ο Γέρων Κολοκοτρώνης, που τότε ήταν μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας»
Στην τελετή, σύμφωνα με τη διήγηση του ίδιου, παρευρέθηκαν όλες οι δημοτικές αρχές της Αττικής και πλήθος κόσμου από τα περίχωρα με σημαίες, όπλα και τύμπανα και πραγματοποιήθηκε, κατά γενική ομολογία, «μεθ’ όλης της πομπής και επισημότητος», ενώ βέβαια αργότερα μετατράπηκε σε ένα πραγματικό πανηγύρι, όπου επικράτησε πρωτοφανής τάξη.
Την επόμενη χρονιά και με την έκδοση ιδιαίτερου βασιλικού διατάγματος γιορτάστηκε πλέον η 25η Μαρτίου στην πλατεία Κλαυθμώνος.

Το σπίτι του Γέρου
Εκεί όπου συμβάλλουν σήμερα οι οδοί Κολοκοτρώνη και Λέκκα και στον σημερινό αριθμό 25 της οδού Κολοκοτρώνη βρισκόταν το ακίνητο όπου έμεινε ο αρχιστράτηγος όταν έφτασε στην πρωτεύουσα. Τον δρόμο τον είχαν ονομάσει οδό Ανακτορίων, γιατί περνούσε από την περιοχή όπου βρισκόταν το ακίνητο όπου πρωτοκατοίκησε ο βασιλιάς Όθων όταν εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, περίπου εκεί όπου είναι σήμερα η Παλαιά Βουλή.
Η αλήθεια είναι ότι ποτέ και σχεδόν κανείς – ούτε καν η διοίκηση – δεν ανέφερε αυτό το όνομα. Στον «δρόμο του Γέρου» έλεγαν οι ντόπιοι όταν ήθελαν να προσανατολιστούν ή στην οδό του Κολοκοτρώνη παρέπεμπαν τους επισκέπτες που πήγαιναν προς εκείνο το μέρος, το οποίο βρισκόταν στην άκρη της πόλης. Έτσι, πολλά χρόνια αργότερα, καθιερώθηκε και επισήμως το όνομα της καθημερινής χρήσης. Η βαριά σκιά του Γέρου του Μωριά σκέπασε κάθε άλλη ονομασία, παλαιότερη ή νεότερη, όπως συνοικία Καλαμιώτη ή Βρύση του Λέκκα.
Οκτώ ολόκληρα χρόνια από τότε που έφθασε στην Αθήνα μέχρι τον θάνατό του (1835-1843) έζησε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στο ακίνητο αυτό. Εκεί πρωτοκατοίκησε και ο γιος του, Γενναίος Κολοκοτρώνης. Από εκεί έβλεπαν οι Αθηναίοι της εποχής να βγαίνει ο Γέρος του Μωριά φορώντας την κατάλευκη φουστανέλα του. Απ’ όπου περνούσε, οι φουστανελάδες έβγαζαν τα φέσια τους και οι φραγκοφορεμένοι τα καπέλα τους σε ένδειξη τιμής.
Εκεί λοιπόν έζησε ο Γέρος του Μωριά με τη σύντροφό του Μαργαρίτα και απέκτησαν το τελευταίο παιδί τους, τον Παναγιώτη (1836-1893), τον οποίο αναγνώρισε με τη διαθήκη του.
Όταν έφυγε από τη ζωή ο Κολοκοτρώνης, χιλιάδες πολίτες κάθε ηλικίας συγκεντρώθηκαν έξω από το σπίτι. Με διάταγμα ο Όθωνας διέταξε τριήμερο πένθος στο Δημόσιο, ενώ χωρίς καμιά διαταγή έκλεισαν τις πόρτες τους και όλα τα καταστήματα της πόλης. Από τη Βρύση του Λέκκα μέχρι την Αγία Ειρήνη της οδού Αιόλου παρατάχθηκαν πεζοί, ιππείς, έφιππη αστυνομία και σκαπανείς για να περάσει ο τιμημένος νεκρός, υπό τον ήχο ασταμάτητων κανονιοβολισμών. Η κηδεία του Κολοκοτρώνη, με επίκεντρο την κατοικία του, μετατράπηκε στο μεγαλύτερο βουβό εθνικό συλλαλητήριο που είχε σημειωθεί μέχρι τότε. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: