Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

ΠΩΣ ΟΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΑΝ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ Ι.Χ.

Το σπίτι και το αυτοκίνητο ήταν πάντα φετίχ για τους Ελληνες – και όχι μόνο. Σε όλα τα εισοδηματικά επίπεδα, από το ρετιρέ στην Κυψέλη μέχρι τη βίλα στο Ψυχικό και την Εκάλη και από το μικρό Autobianchi μέχρι το Porsche Cayenne, το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος, το σύνολο σχεδόν των αποταμιεύσεων και των δανείων, ξοδευόταν σε αυτά τα δύο status symbols. Να όμως που μετατράπηκαν σε εφιάλτες για τους ιδιοκτήτες τους και σε όνειρα θερινής νυκτός για τους νεότερους εξαιτίας της πρωτοφανούς φοροεπιδρομής που εξαπέλυσαν όλες οι «κυβερνήσεις της κρίσης» τα τελευταία τρία χρόνια. Ποιο όμως,
ήταν το αποτέλεσμα αυτής της φοροεπιδρομής; Υπήρξε όφελος για το Δημόσιο και τον Προϋπολογισμό από την κατάρρευση αυτών των δύο κλάδων (και πολλών περιφερειακών); Μαζεύτηκαν περισσότεροι φόροι και γέμισαν τα δημόσια ταμεία ή τελικά τροφοδοτήθηκε περισσότερο η ανεργία και μειώθηκαν τα εισοδήματα των πολιτών και το ΑΕΠ; Μάλλον το δεύτερο ισχύει. Η φοροεπιδρομή σε ακίνητα και αυτοκίνητα είχε ασήμαντο όφελος για τα δημόσια ταμεία, ωστόσο αποτέλεσε τη βασική αιτία ύφεσης και διάλυσης δύο κλάδων που ήταν από τους ισχυρότερους συντελεστές της ανάπτυξης τις τελευταίες δεκαετίες. Ο συνδυασμός της υπερφορολόγησης της περιουσίας και του εισοδήματος, οι έκτακτοι φόροι, η ισοπέδωση προς τα κάτω του βιοτικού επιπέδου προκάλεσαν την τρομερή ύφεση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, χωρίς να συμβάλει στην αύξηση των δημοσίων εσόδων. Αντίθετα, είναι μία από τις βασικότερες αιτίες μείωσής τους.
Αυτοκίνητα Με βάση τον Προϋπολογισμό, το σύνολο των φορολογικών εσόδων από τις πωλήσεις καινούριων αυτοκινήτων (ταξινομήσεις λέγονται στα δημόσια οικονομικά) το 2013 θα είναι μόνο 45 εκατ. ευρώ, έναντι 47 εκατ. το 2012 και 100 εκατ. το 2011. Μειώνονται δηλαδή τα φορολογικά έσοδα επειδή δεν μπορούμε να αγοράσουμε αυτοκίνητα κατά 55 εκατ. ευρώ τα δύο τελευταία χρόνια (ποσοστό 57,2%).
Τα έσοδα από τα τέλη κυκλοφορίας που εισπράττει το κράτος κάθε χρόνο διατηρήθηκαν σταθερά, παρά την ονομαστική αύξησή τους, επειδή περίπου 250.000 ιδιοκτήτες αυτοκινήτων κατέθεσαν τις πινακίδες των Ι.Χ. τους. Το σύνολο των εισπράξεων από τα τέλη κυκλοφορίας ήταν το 2011 περίπου στο 1,11 δισ. ευρώ και το 2012 στο 1,13 δισ. (ενώ η κυβέρνηση προέβλεπε ότι θα εισπράξει 1,25 δισ.). Επεσε έξω, λοιπόν, στις προβλέψεις της, δεν κέρδισε τίποτα και επιβάρυνε δυσανάλογα τους φορολογούμενους που κράτησαν τα αυτοκίνητά τους αφού πλήρωσαν αυτοί το ποσό που δεν πλήρωσαν οι 250.000 πολίτες που κατέθεσαν τις πινακίδες. Ωστόσο η απόσυρση του πλήθους αυτών των αυτοκινήτων από την κυκλοφορία επέδρασε αρνητικά και στα άλλα δημόσια έσοδα. Οι εισπράξεις για παράδειγμα από τον ΦΠΑ των καυσίμων μειώθηκαν κατά 10% και διαμορφώθηκαν από 2,85 δισ. ευρώ το 2011 σε 2,58 δισ. το 2013 (πρόβλεψη του Προϋπολογισμού).
Αν σκεφτεί κανείς την επίπτωση που έχει η απόσυρση 250.000 οχημάτων από την κυκλοφορία σε συνεργεία, πρατήρια βενζίνης, πλυντήρια αυτοκινήτων, διόδια κ.λπ., καθώς και στη μη πραγματοποίηση όλων αυτών των εργασιών στα έσοδα από ΦΠΑ, αντιλαμβάνεται ότι το τελικό αποτέλεσμα της αύξησης των τελών κυκλοφορίας κατά την τελευταία τριετία είναι σαφώς αρνητικό για την οικονομία. Η κατάρρευση του κλάδου του αυτοκινήτου δεν ήταν απλώς αποτέλεσμα της ύφεσης, αλλά και μια από τις γενεσιουργές αιτίες της. Σκεφτείτε μόνο πόσοι άνθρωποι έμειναν χωρίς δουλειά από αυτόν τον κλάδο (σύνολο εργαζομένων βάσει μελέτης του ΙΟΒΕ 47,7%) και πόσοι είδαν την περιουσία τους να απαξιώνεται, αφού οι τιμές των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων κατέρρευσαν σε σχέση με την αρχική τιμή αγοράς τους (ενώ οι δόσεις για όσους είχαν πάρει αυτοκίνητο με δάνειο παρέμειναν ως είχαν). Χωρίς, λοιπόν, να υπάρχει απολύτως κανένα όφελος για το κράτος, αντίθετα μάλιστα ζημία, διαλύθηκε ένας κλάδος, αυξήθηκε η ανεργία και απαξιώθηκαν εντελώς ολόκληρες περιουσίες.
Ακίνητα Στον κλάδο των ακινήτων τώρα τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Η διακοπή των αγοραπωλησιών έχει απαξιώσει την αγοραία αξία των ακινήτων, τη στιγμή που οι αντικειμενικές αξίες βρίσκονται στα ύψη.
Νέες οικοδομές δεν χτίζονται, στεγαστικά δάνεια δεν δίνονται, οι επισκευές αναβάλλονται, ο κλάδος μαστίζεται από απόλυτη έλλειψη ρευστότητας και ανεργία. Η συνεχής φορολόγηση έχει φέρει σε αδιέξοδο πολλούς ιδιοκτήτες ακινήτων, τα ενοίκια καταρρέουν (αυτό έχει και μια πολύ καλή πλευρά για τους ενοικιαστές) και η αδικία έχει φτάσει στο ζενίθ, αφού άνθρωποι χωρίς εισοδήματα, που κατέχουν για οποιονδήποτε λόγο (είτε από κληρονομιά, είτε από παλιότερη αγορά όταν είχαν εισόδημα, είτε από στεγαστικό δάνειο που δεν μπορούν πλέον να εξυπηρετήσουν) κάποιο ακίνητο, σήμερα καλούνται να πληρώσουν φόρους χωρίς να έχουν χρήματα. Το μόνο που φρενάρει την καταστροφή τους είναι ότι οι τράπεζες δεν κατάσχουν -προς το παρόν- τα ακίνητα. Η Alpha Bank κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στο τελευταίο οικονομικό δελτίο της λέγοντας ότι «η κυβέρνηση που θέσπισε τον ΦΑΠ το 2010 είχε προγραμματίσει σημαντικά έσοδα από τους φόρους περιουσίας, άνω των 850 εκατ. ευρώ το 2010, τα οποία ωστόσο δεν κατάφερε να εισπράξει διότι ο φόρος δεν έγινε δυνατόν να εφαρμοστεί λόγω αδυναμίας κατάλληλης προσαρμογής του περιουσιολογίου, επί του οποίου θα επιβαλλόταν ΦΑΠ και ΕΤΑΚ. Ο ΦΑΠ του 2011 και του 2012 είχε τα ίδια προβλήματα, αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό και, σε κάθε περίπτωση, δεν εισπράχτηκε.
Στηριζόμενη στην επιτυχή εφαρμογή του Εκτακτου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτημένων Δομημένων Επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ), η κυβέρνηση προωθεί σχέδια για εφαρμογή ενός μόνιμου ενιαίου φόρου στο σύνολο της ακίνητης περιουσίας στη χώρα (όχι μόνο στα ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα), από τον οποίο ευελπιστεί να εισπράττει σε ετήσια βάση έσοδα ύψους 3 δισ. ευρώ περίπου, ποσό ελάχιστο από αυτό που θα πρέπει να αναμένεται από τους φόρους περιουσίας στην Ελλάδα. Και ενώ σχεδόν όλοι οι ιδιοκτήτες ακινήτων στην Ελλάδα έχουν πληρώσει το ΕΕΤΗΔΕ και ετοιμάζονται να πληρώσουν και τον νέο ενιαίο φόρο, όταν αυτός θεσπιστεί και εφαρμοστεί, ξαφνικά, στις αρχές Ιανουαρίου, περίπου 140.000 ιδιοκτήτες με ακίνητη περιουσία άνω των 400.000 ευρώ ανά φορολογούμενο παραλαμβάνουν τα εκκαθαριστικά σημειώματα για τον ΦΑΠ του 2010.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι ίδιοι και άλλοι φορολογούμενοι (συνολικά 500.000) ειδοποιούνται ότι, στους επόμενους μήνες του 2013, θα λάβουν και τα εκκαθαριστικά του ΦΑΠ του 2011 και του 2012. Το ερώτημα είναι αν αυτοί που δεν μπόρεσαν να πληρώσουν τους φόρους του 2011 και του 2012 θα μπορέσουν να τους πληρώσουν αναδρομικά μαζί με αυτούς του 2013. Η ερώτηση μάλλον ρητορική φαντάζει, διότι είναι αυτονόητο ότι οι φόροι αυτοί δεν θα πληρωθούν.
Και ενώ, λοιπόν, όσο και αν αυξάνονται ονομαστικά, στην πράξη δεν εισπράττονται, η οικονομία διαλύεται και η ανεργία γιγαντώνεται. Ο κλάδος της οικοδομής, που απασχολούσε το 2008 περί τις 400.000 εργαζομένους, έχει περιοριστεί σε 240.000 άτομα. Η οικοδομική δραστηριότητα έχει παγώσει, αφού πρώτα μειώθηκε κατά 38% το 2010, κατά 44% το 2011 και κατά 45% το 2012. Αντίστοιχα μειώθηκε η παραγωγή τσιμέντου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία, τον ΦΠΑ και τους φόρους συνολικά. Με τον κλάδο της οικοδομής να συμμετέχει με περισσότερο από 10% στο ΑΕΠ, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο μεγάλη είναι η επίπτωση στην ύφεση από την κατάρρευσή του.
Και τίθεται το ερώτημα: άξιζε τελικά το αποτέλεσμα αυτής της φορομπηχτικής πολιτικής που ακολούθησαν και συνεχίζουν να ακολουθούν οι κυβερνήσεις της κρίσης; Η απάντηση είναι προφανής: η πολιτική αυτή προκάλεσε μεγαλύτερο πρόβλημα στην οικονομία. Και δεν ήταν αναγκαία, όπως πολλοί κυβερνητικοί και οικονομολόγοι υποστηρίζουν. Αναγκαία ήταν η συρρίκνωση του δημοσίου τομέα, όπως και ο έλεγχος της σπατάλης, η διακοπή πληρωμής των συντάξεων- μαϊμού και των υπερβολικών αμοιβών σε ειδικές κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων. Αν όλα αυτά είχαν γίνει αντί της φοροεπιδρομής, δεν θα είχαμε αυτή την πρωτοφανή ύφεση που διέλυσε την οικονομία και την κοινωνία μέσω της έλλειψης ρευστότητας, της φτώχειας και της ανεργίας.

 



Δεν υπάρχουν σχόλια: